-
1 ἥρως
1 hero, either because a parent is divine, or because of outstanding achievements in legendary times. No accurate distinction is observed between ἥρως and ἀνήρ, cf. P. 2.29, 31.τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν O. 2.2
ἥρως θεός Herakles N. 3.22 ἥροες ἀντίθεοι (Schr.: ἥρωες codd.: Argonauts) P. 4.58 ἥροας ἀντιθέους (Schr.: ἥρωας codd.: the Greeks at Troy) P. 1.53 μάκαρ μὲν ἀνδρῶν μέτα ἔναιεν, ἥρως δ' ἔπειτα λαοσεβής Battos P. 5.95 ( ἄνδρες) ἐς δὲ τὸν λοιπὸν χρόνον ἥροες ἁγνοὶ πρὸς ἀνθρώπων καλέονται fr. 133. 5. ἥρωι Εἰλατίδᾳ. Aipytos O. 6.33 “ἀμφὶ τεαῖς, ἥρως, χερὸς ἐργασίαις.” Aiakos O. 8.42 Aiakidai:νικαφόροις ἐν ἀέθλοις θρέψαισα καὶ θοαῖς ὑπερτάτους ἥρωας ἐν μάχαις P. 8.27
ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας καὶ ἀπὸ χρυσεᾶν Νηρηίδων Αἰακίδας ἐγέραιρεν N. 5.7
καὶ γὰρ ἡρώων ἀγαθοὶ πολεμισταὶ λόγον ἐκέρδανεν I. 5.26
Πηλέος ἀίει κλέοσ ἥρωος I. 6.25
“ ἐρατὸν λύοι κεν χαλινὸν ὑφ' ἥρωι παρθενίας” Peleus I. 8.45 neighbours of Aiakos:ἀβοατὶ γὰρ ἡρώων ἄωτοι περιναιεταόντων ἤθελον κείνου γε πείθεσθ' ἀναξίαις ἑκόντες N. 8.9
the Argonauts:ἀμπνοὰν δ' ἥρωες ἔστασαν P. 4.199
Λυδὸς ἥρως Πέλοψ O. 9.9
εὐφράνθη τε ἰδὼν ἥρως θετὸν υἱόν Amphitryon O. 9.62 ἥρως αἶμα πρώτιστος ἐπέμειξε θνατοῖς Ixion P. 2.31 Ἀσκλαπιόν, ἥροα (Schr.: ἥρωα codd.) P. 3.7 ἥρως ἐπ' ἀκταῖσιν θορὼν Euphamos P. 4.36 “ Ἄδραστος ἥρως” P. 8.51 ἐπασκήσω κλυταῖς ἥρωα τιμαῖς Adrastos N. 9.9 βασιλεύς, ἐξ ὠκεανοῦ γένος ἥρως δεύτερος Hypseus P. 9.14 ἡρώων, ὅσοι γαμβροί σφιν ἦλθον sons of Aigyptos P. 9.116 θάνεν μὲν αὐτὸς ἥρως Ἀτρείδας Agamemnon P. 11.31 “ σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στάξεν ἥρως” Tyndareus N. 10.82 κεῖνοι γὰρ ἡρώων διφρηλάται Λακεδαίμονι καὶ Θήβαις ἐτέκνωθεν κράτιστοι Kastor and Iolaos I. 1.17ἥρωα Τήνερον Pae. 7.13
Τροίαν, ἥρωσι μόχθον. the Greeks at Troy I. 6.28 πέτρῳ ἥροάς τ' ἐπεμβεβαῶτας ἱπποδάμους ἕλεν victims of Alkyoneus N. 4.29 ἥρωες αἰδοίαν ἐμείγνυντ' ἀμφὶ τράπεζαν θαμά (Stephanus: ἥρως ἐμίγνυτο codd. Plutarchi) fr. 187. frag. ]ἥρωι[ Πα. 7B. 9. ἥρωί τε βω[ Πα. 13a. 1. ]ἄωτος ἡρώω[ν fr. 111a. 7. ἡ]ρώων α[ fr. 140a. 75 (49). -
2 μείγνυμι
μείγνυμι ( μειγνύντων ( μίγ. codd. Plut.); μειγνύμεν ( μιγ. codd. Plut.): impf. μείγνυον ( μίγ. codd.): aor. ἔμειξεν ( ἔμιξ. codd., Π); μεῖξαι ( μῖξ. codd.): pass. μείγνυνται ( μίγ. codd. Dion. Hal.); μειγνύμενον ( μιγ. codd.): impf. ἐμείγνυτ ( ἐμίγ. codd.), ἐμείγνυντο ( ἐμίγ. codd. Plut.): aor. 1, μίχθη, ἔμιχθεν; μιχθείς, -έντα, -έντες, -εῖσα; aor. 2, μᾰγεν; μᾰγεῖς(α): pf. μέμικται; μεμιγμένον; μεμίχθαι: μι passim codd., Π: μει Schr.: it is uncertain whether μι or μει should be written in aor. 1 pass. and pf. pass.: also pass. μίσγονται; μισγομέναν.)1 mingle1 c. acc. and dat.,a mingle with ῥόδα τε κόμαισι μείγνυται (Schr.: μίγνυται, μίγνυνται codd. Dion. Hal.) fr. 75. 17. met., ἐλαφρὸν ὄρχημ' οἶδα ποδῶν μειγνύμεν (sc. αὐλοῖς, simm., Wil.: μίγνυμεν codd. Plutarchi: corr. Stephanus, Schr.) *fr. 107b. 1.* pass., ἔχει συγγενὴς ὀφθαλμὸς αἰδοιότατον γέρας τεᾷ τοῦτο μειγνύμενον φρενὶ (Schr.: μιγν. codd.: i. e. with the addition of your wisdom) P. 5.19b bring to, among ναόν· τὸν μὲν Ὑπερβορ[έοις] ἄνεμος ζαμενὴς ἔμειξ[ (Schr.: εμιξ[ Π: cf. Paus., 10. 5. 9, of the second Delphic temple of Apollo, πεμφθῆναι ἐς Ὑπερβορέους φασὶν ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος) Πα... θύματα μειγνύντων πυρὶ τηλεφανεῖ (Schr.: μιγν. codd. Plutarchi) Θρ. 7. 9. met., inflict upon, Κόλχοισιν βίαν μεῖξαν (Schr.: μῖξαν codd.: “intellego de ludis dictum,” Schr.) P. 4.213μάτρωι χάλκασπις ᾧ πότμον μὲν Ἄργς ἔμειξεν I. 7.25
pass., καὶ Λακεδαιμονίων μιχθέντες ἀνδρῶν ἤθεσιν ἔν ποτε Καλλίσταν ἀπῴκησαν χρόνῳ νᾶσον being brought among the habitations of the Spartans P. 4.257, cf. P. 4.251cI crown withλαὸν θαμὰ δὴ καὶ Ὀλυμπιάδων φύλλοις ἐλαιᾶν χρυσέοις μιχθέντα N. 1.18
Κορινθίων ὑπὸ φωτῶν ἐν ἐσλοῦ Πέλοπος πτυχαῖς ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη N. 2.22
Ἀμφιτρύωνος ἀγλαὸν παρὰ τύμβον Καδμεῖοί νιν οὐκ ἀέκοντες ἄνθεσι μείγνυον (Schr.: μίγνυον codd.) N. 4.21ἄξιος εὐλογίαις ἀστῶν μεμίχθαι I. 3.3
II pass., be affected byἔστα δὲ θάμβει δυσφόρῳ τερπνῷ τε μιχθείς N. 1.56
d contract a marriage, for, between pers. ξυνὸν ἁρμόζοισα θεῷ τε γάμον μιχθέντα κούρᾳ θ' Ὑψέος (v. l. μιχθέντι) P. 9.13 καταίνησάν τε κοινὸν γάμον γλυκὺν ἐν ἀλλάλοισι μεῖξαι (μῖξαι, μίξειν codd.: corr. Schr.) P. 4.2232 c. ἐν + dat., pass., met., come into touch with ἔν τ' ὠκεανοῦ πελάγεσσι μίγεν πόντῳ τ ἐρυθρῷ Λαμνιᾶν τ ἔθνει γυναικῶν ἀνδροφόνων (zeugma of senses 1. b and 4. b is intended) P. 4.251 and so be endowed with νῦν δ' ἐν αἱμακουρίαις μέμικται (sc. Πέλοψ) O. 1.91 ( Ὀλυμπία)ἵν' ἀθανάτοις Αἰνησιδάμου παῖδες ἐν τιμαῖς ἔμιχθεν I. 2.29
3 c. σὺν + dat., pass., be mixed, combined withἐγὼ τόδε τοι πέμπω μεμιγμένον μέλι λευκῷ σὺν γάλακτι N. 3.77
4 pass. mingle togethera abs. ἥρωες αἰδοίαν ἐμείγνυντ' ἀμφὶ τράπεζαν θαμά (Stephanus: ἥρως ἐμίγνυτο codd. Plutarchi) fr. 187.b c. dat., be united with of sexual intercourse. ( Πιτάνα).ἅ τοι Ποσειδάωνι μιχθεῖσα Κρονίῳ λέγεται παῖδα τεκέμεν O. 6.29
Ῥόδῳ ποτὲ μιχθεὶς τέκεν ἑπτὰ παῖδας O. 7.71
Ὀλύμπιος ἁγεμὼν θύγατρ' Ὀπόεντος ἀναρπάσαις ἕκαλος μίχθη O. 9.59
Κένταυρον, ὃς ἵπποισι Μαγνητίδεσσιν ἐμείγνυτ (Schr.: ἐμίγνυτ codd.) P. 2.45πρόσθεν ἀκερσεκόμᾳ μιχθεῖσα Φοίβῳ P. 3.14
θαλάμῳ δὲ μίγεν ἐν πολυχρύσῳ Λιβύας P. 9.68
τέκε οἱ καὶ Ζηνὶ μιγεῖσα δαίφρων ἐν μόναις ὠδῖσιν Ἀλκμήνα P. 9.84
ποντίαν θεὸν Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς παρ' ἀδελφεοῖσιν I. 8.35
]μιγεῖσ' α[ Πα. 7. a. 1. τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο μιχθεὶς τοξοφόρον τελέσαι γόνον[ Πα. 7B. 51. ]κόρα μιγεῖσ' ὠκεανοῦ Μελία σέο, Πύθι[ε ( λέχει supp. G-H.) Πα... Μένδητα αἰγιβάται ὅθι τράγοι γυναιξὶ μίσγονται fr. 201. 3.
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский